σύσταση

σύσταση
η / σύστασις, ΝΜΑ, και αττ. τ. ξύστασις Α [συνίστημι]
1. σύνθεση, κατασκευή
2. συγκρότηση, συναρμολόγηση
3. ίδρυση, σχηματισμός (α. «σύσταση ανώνυμης εταιρείας» β. «σύστασις ἐπιβουλῆς», Πολ.)
4. φυσική σύνθεση, υφή, υπόσταση (α. «υδαρούς συστάσεως» β. «σπέρμα... τρυφερὸν ἔτι καὶ νεοπαγῆ τὴν σύστασιν ἔχον», Σωρ.)
5. συστατική εισαγωγή ενός προσώπου από κάποιον, παρουσίαση (α. «έγιναν οι συστάσεις και άρχισε η συζήτηση» β. «τῷ Θεμιστοκλεῑ τὴν πρὸς αὐτὸν [τὸν βασιλέα] ἔντευξιν γενέσθαι καὶ σύστασιν», Πλούτ.)
6. γραπτή ή προφορική βεβαίωση για τις καλές ή κακές ιδιότητες ενός ατόμου ή για την προηγούμενη επίδοση κάποιου στις σπουδές ή στο επάγγελμά του (α. «δεν μπορεί να βρει δουλειά γιατί δεν έχει συστάσεις» β. «πατρικὴν ἔχων σύστασιν», Πολ.)
νεοελλ.
1. υπόδειξη, νουθεσία, συμβουλή («δεν άκουσε τη σύσταση τού γιατρού και άρχισε πάλι το κάπνισμα»)
2. παρατήρηση που γίνεται σε κάποιον για τη συμπεριφορά του («αφού τούς έγιναν συστάσεις, σταμάτησαν να ενοχλούν»)
3. η διεύθυνση τού παραλήπτη επιστολής η οποία αναγράφεται στον φάκελο ή, γενικά, η διεύθυνση κατοικίας
4. η μεταξύ δύο ή περισσότερων προσώπων συναπτόμενη συμφωνία για εκτέλεση ορισμένης αξιόποινης πράξης
5. στρ. άτακτη και ταχύτατη συγκέντρωση τών ανδρών μικρής μονάδας γύρω από τον διοικητή της, με σκοπό την απόκρουση αιφνιδιαστικής εχθρικής προσβολής
6. καλή εμφάνιση
7. φρ. α) «χημική σύσταση»
χημ. το σύνολο τών επιμέρους συστατικών από τα οποία αποτελείται μια ουσία
β) «επί συστάσει»
(σχετικά με ταχυδρομική αποστολή) με απόδειξη για την ασφαλή αποστολή και παραλαβή από τον παραλήπτη
αρχ.
1. μάχη εκ τού συστάδην, συμπλοκή («ἡ ἐκ συστάσεως μάχη», Ηρωδιαν.)
2. σωματική ενόχληση («καταστεῑλαι τὴν σύστασιν τὴν ἀπὸ τοῡ γυμνασίου», Ορειβ.)
3. μεγάλη ανησυχία και συνεχής φροντίδα και μέριμνα («μένος μὲν ξυστάσεώς τε σῶν φρενῶν δεινή», Ευρ.)
4. (κυριολ. και μτφ.) συνάντηση, συμβολή, συνένωση (α. «σύστασις ὑγροῡ περὶ τὴν ὑπερῴην», Ιπποκρ.
β. «λέγεις, ἦν δ' ἐγώ, λόγων ξύστασιν», Πλατ.)
5. συνδυασμός («τραγῳδίαν... εἶναι τὴν τούτων σύστασιν πρέπουσαν ἀλλήλοις», Πλάτ.)
6. ομάδα ανθρώπων («κατὰ ξυστάσεις τε γιγνόμενοι ἐν πολλῇ ἔριδι ἦσαν», Θουκ.)
7. πολιτική ένωση, με γενικότερη έννοια από τη σύνοδο και την εταιρεία («κατὰ συστάσεις κωμάζειν», Δίων Κάσσ.)
8. φιλία ή συμμαχία
9. συνωμοσία («ἀποστάσεις δὲ ὁρῶν ἅπαντα καὶ νεωτερισμοὺς καὶ σύστασιν ἰσχυρὰν ἐφ' αὑτόν», Πλούτ.)
10. πολίτευμα («οὐδ' ἡ τοιαύτη ξύστασις τὸν ἅπαντα μενεῑ χρόνον», Πλάτ.)
11. αρχή υπάρξεως («πόλεων ξυστάσεις καὶ φθοράς», Πλάτ.)
12. (για τις πηγές ποταμού) αφετηρία
13. υλικό («πλάττειν ἐκ πηλοῡ ζῷον ἤ τινος ἄλλης ὑγρᾱς συστάσεως», Αριστοτ.)
14. επιμέλεια, κηδεμονία («ἔτι νηπίας οὔσας [ἀπέδωκεν] εἰς σύστασιν Πτολεμαίῳ Γλαυκίου», πάπ.)
15. προστασία, υπεράσπιση
16. γνωριμία μεταξύ δύο προσώπων («ταῡτα σοῡ εἰπόντος τρεῑς, σημεῑον ἔσται τῆς συστάσεως τόδε», πάπ.)
17. τεκμήριο, απόδειξη
18. διαβεβαίωση
19. πληρεξούσιο
20. φρ. α) «προσώπου σύστασις» — έκφραση τού προσώπου («ἀλλὰ καὶ προσώπου σύστασις ἄθρυπτος εἰς γέλωτα», Πλούτ.)
β) «ἐθνικαὶ συστάσεις» — εθνικές συνελεύσεις.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • σύσταση — η 1. φυσική σύνθεση, υφή: Αναλύθηκε η σύσταση αυτού του σώματος. 2. συγκρότηση, ίδρυση: Αποφάσισαν τη σύσταση νέας εταιρείας. 3. συμβουλή: Συνεχώς μου κάνει συστάσεις. 4. παρουσίαση κάποιου νέου προσώπου: Δε νομίζω πως χρειάζονται συστάσεις… …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • συστάσῃ — συστάσηι , σύστασις bringing together fem dat sg (epic) συστά̱σῃ , συνίστημι BJ Prooem. aor part act fem dat sg (attic epic ionic) συστά̱σῃ , συνίστημι BJ Prooem. aor subj mid 2nd sg (doric) συστά̱σῃ , συνίστημι BJ Prooem. aor subj act 3rd sg… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • γή — Γ. ονομάζεται γενικά το έδαφος πάνω στο οποίο κατοικούμε (ετυμολογείται από το αρχαίο γαία). Με ευρύτερη έννοια, ορίζεται επίσης η οικουμένη, ο επίγειος κόσμος, η επιφάνεια του εδάφους. Γ., όμως, ονομάζεται κυρίως ο τρίτος πλανήτης του ηλιακού… …   Dictionary of Greek

  • γη — Γ. ονομάζεται γενικά το έδαφος πάνω στο οποίο κατοικούμε (ετυμολογείται από το αρχαίο γαία). Με ευρύτερη έννοια, ορίζεται επίσης η οικουμένη, ο επίγειος κόσμος, η επιφάνεια του εδάφους. Γ., όμως, ονομάζεται κυρίως ο τρίτος πλανήτης του ηλιακού… …   Dictionary of Greek

  • λάβα — Μάγμα που χύνεται πάνω στη γήινη επιφάνεια από τους ηφαιστειακούς αγωγούς. Πρόκειται για λειωμένη μάζα, που παρουσιάζει μια σχετική ρευστότητα, εξαρτώμενη είτε από τη θερμοκρασία είτε από τη χημική της σύσταση. Ο όρος λ. χρησιμοποιείται ακόμη για …   Dictionary of Greek

  • λαβά — Μάγμα που χύνεται πάνω στη γήινη επιφάνεια από τους ηφαιστειακούς αγωγούς. Πρόκειται για λειωμένη μάζα, που παρουσιάζει μια σχετική ρευστότητα, εξαρτώμενη είτε από τη θερμοκρασία είτε από τη χημική της σύσταση. Ο όρος λ. χρησιμοποιείται ακόμη για …   Dictionary of Greek

  • Ιταλία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ιταλίας Έκταση: 301.230 τ. χλμ. Πληθυσμός: 56.305.568 (2001) Πρωτεύουσα: Ρώμη (2.459.776 κάτ. το 2001)Κράτος της νότιας Ευρώπης. Συνορεύει στα ΒΔ με τη Γαλλία, στα Β με την Ελβετία και την Αυστρία, στα ΒΑ με τη… …   Dictionary of Greek

  • πετρώματα — Στον όρο αυτό περιλαμβάνονται όλες οι ορυκτολογικές συγκεντρώσεις, που αποτελούν βασικά τμήματα της λιθόσφαιρας (γήινος φλοιός)· τα π. έχουν σχηματιστεί γενικά από τη συνένωση δύο ή περισσότερων διαφορετικών ορυκτών· υπάρχουν βέβαια και… …   Dictionary of Greek

  • εταιρεία — (Νομ.). Σύμφωνα με τον ελληνικό Aστικό Kώδικα (Α.Κ.) είναι μια ιδιότυπη αμφοτεροβαρής σύμβαση, με την οποία δύο ή περισσότερα πρόσωπα αναλαμβάνουν μεταξύ τους την υποχρέωση να επιδιώξουν ένα κοινό σκοπό, καταβάλλοντας ίσες –αν δεν έχει οριστεί… …   Dictionary of Greek

  • ορυκτολογία — Επιστήμη που ασχολείται με τη μελέτη των ορυκτών: εξετάζει όλες τις ιδιότητες και τα χαρακτηριστικά τους, από την εξωτερική μορφολογική δομή τους έως τη θέση των ατόμων που τα αποτελούν και τις μεταξύ τους σχέσεις, από τις φυσικές ιδιότητες έως… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”